Πρέπει να δοθεί δυνατότητα έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα της αξίας των μη εισπράξιμων ή επισφαλών απαιτήσεων από μισθώματα
Την σχετική πρόταση έκανε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στο κείμενο με τις παρατηρήσεις της επί του νομοσχεδίου που βρίσκεται στη Βουλή, και περιέχει μεταξύ άλλων την διάταξη που καταργεί την εκχώρηση στο δημόσιο των ανείσπρακτων ενοικίων.
Η επιστημονική επιτροπή της βουλής αναφέρει για την συγκεκριμένη διάταξη.
….
2. Επί του άρθρου 2 παρ. 5
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι η παράγραφος 4 του άρθρου 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) καταργείται για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2015 και εφεξής. Η καταργούμενη διάταξη ορίζει ότι εισοδήματα από την εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας που, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, θεωρούνται ότι έχουν αποκτηθεί και τα οποία αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπραχθεί από τον δικαιούχο, επιτρέπεται να μη συνυπολογίζονται στο συνολικό εισόδημά του, εφόσον εκχωρηθούν στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα.
Ως προς την προτεινόμενη κατάργηση της ανωτέρω ρύθμισης παρατηρούνται τα εξής:
Προϋπόθεση επιβολής φόρου εισοδήματος αποτελεί η κτήση εισοδήματος από τον φορολογούμενο, ως εισόδημα, δε, νοείται οποιοδήποτε έσοδο ή προσαύξηση περιουσίας που συγκεντρώνει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος και εντάσσεται σε κάποια από τις κατηγορίες εισοδήματος που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
Συμφώνως προς τον γενικό κανόνα της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του. Εν προκειμένω, ο νομοθέτης υπάγει σε φόρο, όχι μόνο το πράγματι εισπραχθέν, αλλά και το μη εισπραχθέν έσοδο, για το οποίο, όμως, ο φορολογούμενος έχει αγώγιμη αξίωση για την είσπραξή του. Δικαιολογητική βάση της ρύθμισης αποτελεί το ότι, ακόμη και αν ο φορολογούμενος δεν έχει εισπράξει το χρηματικό ποσό που συνιστά το αντάλλαγμα της προσωπικής εργασίας ή τους καρπούς των περιουσιακών στοιχείων του (στην προκείμενη περίπτωση, το μίσθωμα από την εκμετάλλευση ακινήτων του), εν πάση περιπτώσει έχει επέλθει προσαύξηση της περιουσίας του από την ανωτέρω αιτία, λόγω απόκτησης χρηματικώς αποτιμητής αγώγιμης αξίωσης.
Ο ανωτέρω κανόνας, παρά το ότι άγει στην επιβολή φόρου επί εισοδήματος που, τελικώς, μπορεί να μην εισπραχθεί, είναι καταρχήν συνταγματικώς ανεκτός, στο μέτρο που, σε περίπτωση αναγνωρισμένης, μερικής ή ολικής, αδυναμίας είσπραξης της ανωτέρω οφειλής, η ως άνω μείωση της περιουσίας του φορολογουμένου (εξαιτίας της απομείωσης της αξίας της απαίτησής του), αναγνωρίζεται ως στοιχείο που μειώνει το εισόδημά του δια της έκπτωσης από αυτό των ποσών των προβλέψεων για αποσβέσεις επισφαλών απαιτήσεων ή των οριστικών διαγραφών τους (βλ. άρθρο 26 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος), ή λόγω απώλειας κεφαλαίου ή άφεσης χρέους.
Υπό το φως των ανωτέρω, μετά την κατάργηση της παραγράφου 4 του άρθρου 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, πρέπει να παρασχεθεί δυνατότητα έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα της αξίας των μη εισπράξιμων ή επισφαλών απαιτήσεων από μισθώματα, άλλως σε βάθος χρόνου, κατ’ αποτέλεσμα, φορολογείται πλασματικό εισόδημα, κατά παράβαση του άρθρου 78 παρ.1 του Συντάγματος, όπως και του άρθρου άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος που επιτάσσει τη φορολόγηση με βάση τη φοροδοτική ικανότητα.
Πηγή: TAXHEAVEN