ΕΠΙΣΤΡΕΠΤΕΑ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ 7 – ΈΩΣ 10Η ΜΑΪΟΥ 2021 ΟΙ ΑΙΤΗΣΕΙΣ, Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
Δημοσιεύθηκε η απόφαση ΓΔΟΥ 420/2021με την οποία ορίζεται η διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης ενίσχυσης με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής σε επιχειρήσεις που επλήγησαν οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης της νόσου του κορωνοϊού COVID-19, κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο 2021.
Άρθρο 1 Σκοπός
1. Με την παρούσα απόφαση θεσπίζεται καθεστώς ενίσχυσης με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής για επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως κλάδου, που επλήγησαν οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης της νόσου του κορωνοϊού COVID-19 για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο 2021.
2. Οι μεμονωμένες ενισχύσεις στο πλαίσιο της παρούσας χορηγούνται είτε:
α) σύμφωνα με τους όρους της υπ’ αρ. C(2020) 1863/19.03.2020 Ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) «Προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID-19», όπως ισχύει, είτε
β) σύμφωνα με τους όρους του Κανονισμού (ΕΕ) αρ. 1407/2013 για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (Κανονισμός de minimis).
3. Η ενίσχυση με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής είναι ακατάσχετη, αφορολόγητη και δεν συμψηφίζεται με οποιαδήποτε οφειλή.
Άρθρο 2 Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Επιστρεπτέα προκαταβολή: ενίσχυση η οποία χορηγείται σε επιχειρήσεις και η οποία επιστρέφεται, εν όλω ή εν μέρει, υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις.
2. Προβληματική επιχείρηση: η επιχείρηση για την οποία συντρέχει τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 18 του Κανονισμού (ΕΕ) αρ. 651/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης, όπως περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
3. Ενιαία επιχείρηση: ειδικά για τους σκοπούς του ελέγχου της σώρευσης του άρθρου 5, καθώς και του ελέγχου της προϋπόθεσης της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 3, ενιαία επιχείρηση νοείται ότι συνιστούν οι συνδεδεμένες μεταξύ τους επιχειρήσεις, ήτοι οι επιχειρήσεις που διατηρούν μεταξύ τους μία από τις ακόλουθες σχέσεις:
α) μια επιχείρηση κατέχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων άλλης επιχείρησης,
β) μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου άλλης επιχείρησης,
γ) μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή σε άλλη επιχείρηση βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με αυτήν ή δυνάμει ρήτρας του καταστατικού της τελευταίας,
δ) μια επιχείρηση που είναι μέτοχος ή εταίρος άλλης επιχείρησης ελέγχει μόνη της, βάσει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους ή εταίρους της εν λόγω επιχείρησης, την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων αυτής της επιχείρησης.
Ως ενιαία επιχείρηση θεωρούνται επίσης οι επιχειρήσεις που διατηρούν μια από τις ως άνω σχέσεις μέσω μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων, ή μέσω φυσικού προσώπου ή ομάδας φυσικών προσώπων που ενεργούν από κοινού.
4. Επιτόκιο αναφοράς: 0,64% το οποίο αντιστοιχεί στο βασικό επιτόκιο που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα και ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας, σύμφωνα με την ανακοίνωση την τελευταίας αρ. 2008/C 14/02 (C 14/6 της 19.1.2008), ήτοι -0,45%, προσαυξημένο κατά 109 μονάδες βάσης.
5. Πρωτογενής παραγωγή γεωργικών προϊόντων: η παραγωγή των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα I της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με εξαίρεση τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 104/2000, και η οποία αντιστοιχεί στους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) της κατηγορίας 01. Αγροτική Παραγωγή.
6. Τομείς αλιείας και υδατοκαλλιέργειας: οι τομείς που εμπίπτουν στον Κανονισμό (ΕΚ) αρ. 104/2000 του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1999 για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (EE L17/22 της 21.1.2000), και οι οποίοι αντιστοιχούν στους ΚΑΔ του Παραρτήματος ΙΙΙ το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
7. Μεταποίηση γεωργικών προϊόντων: κάθε επέμβαση επί γεωργικού προϊόντος από την οποία προκύπτει επίσης γεωργικό προϊόν, με εξαίρεση τις εργασίες εντός της γεωργικής εκμετάλλευσης που είναι απαραίτητες για την προετοιμασία προϊόντος ζωικής ή φυτικής προέλευσης για την πρώτη του πώληση.
8. Εμπορία γεωργικών προϊόντων: η κατοχή ή η έκθεση με σκοπό την πώληση, την προσφορά προς πώληση, την παράδοση ή οποιονδήποτε άλλον τρόπο διάθεσης στην αγορά, με εξαίρεση την πρώτη πώληση από μέρους πρωτογενούς παραγωγού σε μεταπωλητές ή μεταποιητικές επιχειρήσεις και κάθε δραστηριότητα η οποία προετοιμάζει το προϊόν για μια τέτοια πρώτη πώληση· η πώληση από μέρους πρωτογενούς παραγωγού προς τελικούς καταναλωτές λογίζεται ως εμπορία αν πραγματοποιείται σε χωριστό και ειδικό για τον σκοπό αυτό χώρο.
Δείτε τη συνέχεια του άρθρου στα επισυναπτόμενα.
Πηγή: www.taxheaven.gr
Σχετικά Αρχεία:
Πηγή: Σ.Ο.Λ. ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ