Επιμέλεια
Επιστημονική ομάδα Taxheaven
Παραθέτουμε τις 10 πιο σημαντικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου που εκδόθηκαν το 2022 και αφορούν τον ΦΠΑ.
✔ Yπόθεση C-605/20
Θέμα : Δυνατότητα εφαρμογής ratione temporis – Υπηρεσίες υποκείμενες στον ΦΠΑ – Παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας – Κριτήρια – Ενδοομιλική σχέση – Παροχές οι οποίες συνίστανται στην επιδιόρθωση ή την αντικατάσταση εξαρτημάτων ανεμογεννητριών καλυπτόμενων από την εγγύηση και στην κατάρτιση εκθέσεων μη συμμορφώσεως – Χρεωστικά σημειώματα που εκδόθηκαν από τον πάροχο υπηρεσιών χωρίς μνεία περί ΦΠΑ – Έκπτωση από τον πάροχο υπηρεσιών του ΦΠΑ με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί τα αγαθά και οι υπηρεσίες που χρεώθηκαν σε αυτόν από τους υπεργολάβους του για τις ίδιες παροχέςΑπόφαση :
Το άρθρο 2 παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι οι πράξεις οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο συμβάσεως προσδιορίζουσας έναν πάροχο υπηρεσιών, τον αποδέκτη τους και τη φύση των οικείων υπηρεσιών, οι οποίες καταχωρίζονται δεόντως από τον υποκείμενο στον φόρο στα λογιστικά του βιβλία, οι οποίες φέρουν χαρακτηρισμό που επιβεβαιώνει τη φύση τους ως υπηρεσιών και για τις οποίες εισπράχθηκε αμοιβή από τον πάροχο των υπηρεσιών που συνιστά την πραγματική αντιπαροχή για τις εν λόγω υπηρεσίες υπό μορφή χρεωστικών σημειωμάτων, συνιστούν παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, παρά, αφενός, την ενδεχόμενη απουσία κέρδους του υποκειμένου στον φόρο και, αφετέρου, την ύπαρξη εγγυήσεως καλύπτουσας τα αγαθά σε σχέση με τα οποία παρασχέθηκαν οι εν λόγω υπηρεσίες.
✔ Υπόθεση C‑247/21
Θέμα : Τριγωνική συναλλαγή – Καθορισμός του τελικού λήπτη μιας παράδοσης ως υπόχρεου του ΦΠΑ – Τιμολόγια – Μνεία “Αντίστροφη επιβάρυνση” – Υποχρεωτικός χαρακτήρας – Παράλειψη της αναγραφής της μνείας αυτής σε τιμολόγιο – Αναδρομική διόρθωση του τιμολογίου
Απόφαση :
1) Το άρθρο 42, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/45/ΕΕ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 197, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2006/112, όπως τροποποιήθηκε,
έχει την έννοια ότι:
στο πλαίσιο τριγωνικής συναλλαγής, ο τελικός αποκτών δεν έχει οριστεί εγκύρως ως υπόχρεος του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) όταν το τιμολόγιο που εξέδωσε ο ενδιάμεσος αποκτών δεν περιλαμβάνει τη μνεία «Αντίστροφη επιβάρυνση», την οποία απαιτεί το άρθρο 226, σημείο 11α, της οδηγίας 2006/112, όπως τροποποιήθηκε.
2) Το άρθρο 226, σημείο 11α, της οδηγίας 2006/112, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/45,
έχει την έννοια ότι:
η παράλειψη αναγραφής, σε τιμολόγιο, της μνείας «Αντίστροφη επιβάρυνση», την οποία απαιτεί η συγκεκριμένη διάταξη, δεν μπορεί να διορθωθεί μεταγενέστερα με την προσθήκη ένδειξης που να διευκρινίζει ότι το τιμολόγιο αφορά ενδοκοινοτική τριγωνική συναλλαγή και ότι η φορολογική οφειλή μεταφέρεται στον λήπτη της παράδοσης.
✔ Υπόθεση C-194/21
Θέμα : Διακανονισμός των εκπτώσεων – Υποκείμενος στον φόρο ο οποίος δεν άσκησε το δικαίωμά του προς έκπτωση πριν από την παρέλευση αποσβεστικής προθεσμίας – Αδυναμία διενέργειας της εκπτώσεως αυτής στο πλαίσιο διακανονισμού
Απόφαση :
Tα άρθρα 184 και 185 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/45/ΕΕ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2010,
έχουν την έννοια ότι:
στην περίπτωση υποκειμένου στον φόρο ο οποίος παρέλειψε να ασκήσει, πριν από την παρέλευση της προβλεπόμενης από το εθνικό δίκαιο αποσβεστικής προθεσμίας, το δικαίωμα προς έκπτωση του σχετικού με την απόκτηση αγαθού ή υπηρεσίας φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), δεν αντιτίθενται στο να μην του αναγνωρισθεί η δυνατότητα να προβεί μεταγενέστερα στην έκπτωση, κατά την πρώτη χρήση του αγαθού ή της υπηρεσίας για τη διενέργεια φορολογούμενων πράξεων, στο πλαίσιο διακανονισμού της εκπτώσεως, τούτο δε ακόμη και αν δεν διαπιστώθηκε ούτε απάτη, ούτε κατάχρηση δικαιώματος, ούτε τυχόν απώλεια φορολογικών εσόδων.
✔ Υπόθεση C‑269/20
Θέμα : Προδικαστική παραπομπή – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ – Άρθρο 4, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο – Υποκείμενοι στον φόρο – Ευχέρεια των κρατών μελών να θεωρούν ως έναν υποκείμενο στον φόρο τα πρόσωπα τα οποία είναι μεν ανεξάρτητα μεταξύ τους από νομική άποψη, συνδέονται όμως στενά από χρηματοδοτική, οικονομική και οργανωτική άποψη (“όμιλος ΦΠΑ”) – Εθνική ρύθμιση η οποία ορίζει ως μοναδικό υποκείμενο στον φόρο τη δεσπόζουσα εταιρία του ομίλου ΦΠΑ – Παροχές υπηρεσιών εντός του ομίλου ΦΠΑ – Άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ – Παροχές υπηρεσιών άνευ ανταλλάγματος – Έννοια των “ξένων προς την επιχείρηση σκοπών”
Απόφαση :
1) Το άρθρο 4, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση,
έχει την έννοια ότι:
δεν αντιτίθεται στο να ορίσει ένα κράτος μέλος ως μοναδικό υποκείμενο στον φόρο ενός ομίλου αποτελούμενου από πρόσωπα τα οποία είναι μεν ανεξάρτητα μεταξύ τους από νομική άποψη, συνδέονται όμως στενά από χρηματοδοτική, οικονομική και οργανωτική άποψη, τη δεσπόζουσα εταιρία του ομίλου, όταν η εν λόγω εταιρία είναι σε θέση να επιβάλει τη βούλησή της στις λοιπές οντότητες που ανήκουν στον όμιλο και υπό την προϋπόθεση ότι ο ορισμός αυτός δεν συνεπάγεται κίνδυνο απώλειας φορολογικών εσόδων.
2) Το δίκαιο της Ένωσης
έχει την έννοια ότι:
στην περίπτωση οντότητας η οποία αποτελεί τον μοναδικό υποκείμενο στον φόρο ενός ομίλου αποτελούμενου από πρόσωπα τα οποία είναι μεν ανεξάρτητα μεταξύ τους από νομική άποψη, συνδέονται όμως στενά από χρηματοδοτική, οικονομική και οργανωτική άποψη, και η οποία ασκεί, αφενός, οικονομικές δραστηριότητες για τις οποίες υπόκειται στον φόρο και, αφετέρου, δραστηριότητες στο πλαίσιο της άσκησης προνομίων δημόσιας εξουσίας για τις οποίες, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 5, της έκτης οδηγίας, δεν θεωρείται ως υποκείμενη στον φόρο προστιθέμενης αξίας, η παροχή, από οντότητα ανήκουσα στον όμιλο αυτό, υπηρεσιών που σχετίζονται με την άσκηση των εν λόγω προνομίων δεν πρέπει να φορολογηθεί βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας.
✔ Υπόθεση C-512/21
Θέμα : Δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ – Απαγορεύει στη φορολογική αρχή να αρνείται σε υποκείμενο στον φόρο την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εθνικές διατάξεις ή από το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την ασφάλεια της τροφικής αλυσίδας
Απόφαση :
1) Η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας,
έχει την έννοια ότι:
– σε περίπτωση που η φορολογική αρχή προτίθεται να αρνηθεί σε υποκείμενο στον φόρο το δικαίωμα έκπτωσης του καταβληθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) επί των εισροών για τον λόγο ότι μετέσχε σε αλυσιδωτή απάτη περί τον ΦΠΑ, η φορολογική αυτή αρχή δεν επιτρέπεται να αρκείται στην απόδειξη ότι η οικεία πράξη αποτελεί μέρος αλυσίδας κυκλικής τιμολόγησης·
– εναπόκειται στη φορολογική αρχή, αφενός, να χαρακτηρίσει επακριβώς τα στοιχεία που συνιστούν την απάτη και να αποδείξει τις δόλιες ενέργειες και, αφετέρου, να αποδείξει ότι ο υποκείμενος στον φόρο μετέσχε ενεργώς στην απάτη αυτή ή ότι γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η πράξη της οποίας έγινε επίκληση προς θεμελίωση του δικαιώματος έκπτωσης διενεργήθηκε στο πλαίσιο της εν λόγω απάτης, πράγμα που δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκην τον προσδιορισμό όλων των φορέων που μετείχαν στην απάτη καθώς και των αντίστοιχων ενεργειών τους.
2) Η οδηγία 2006/112
έχει την έννοια ότι:
– όταν η φορολογική αρχή επικαλείται ενεργό συμμετοχή του υποκειμένου στον φόρο σε απάτη περί τον φόρο προστιθέμενης αξίας προκειμένου να αρνηθεί το δικαίωμα προς έκπτωση, δεν της απαγορεύεται να στηρίξει την άρνηση αυτή, συμπληρωματικά ή επικουρικά, σε στοιχεία που αποδεικνύουν όχι την ίδια τη συμμετοχή, αλλά το γεγονός ότι ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο θα μπορούσε να γνωρίζει, αν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, ότι η σχετική πράξη διενεργήθηκε στο πλαίσιο τέτοιας απάτης·
– το γεγονός και μόνον ότι τα μέλη της αλυσίδας παραδόσεων, της οποίας αποτελεί μέρος η πράξη αυτή, γνωρίζονταν μεταξύ τους δεν συνιστά επαρκές στοιχείο για να αποδειχθεί η συμμετοχή του υποκειμένου στον φόρο στην απάτη.
3) Η οδηγία 2006/112, σε συνδυασμό με την αρχή της αναλογικότητας,
έχει την έννοια ότι:
– όταν υφίστανται ενδείξεις που δημιουργούν υπόνοιες για την ύπαρξη παρατυπιών ή τη διάπραξη απάτης, δεν απαγορεύει να απαιτείται από τον υποκείμενο στον φόρο να επιδεικνύει αυξημένη επιμέλεια προκειμένου να βεβαιωθεί ότι η πράξη που διενεργεί δεν έχει ως αποτέλεσμα τη συμμετοχή του σε απάτη·
– δεν μπορεί, ωστόσο, να απαιτείται από αυτόν να προβαίνει σε πολύπλοκους και σε βάθος φορολογικούς ελέγχους, όπως είναι οι έλεγχοι που δύναται να διεξάγει η φορολογική αρχή·
– στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει αν, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης, ο υποκείμενος στον φόρο επέδειξε επαρκή επιμέλεια και έλαβε τα μέτρα που θα μπορούσαν ευλόγως να απαιτηθούν από αυτόν υπό τις εν λόγω περιστάσεις.
4) Η οδηγία 2006/112
έχει την έννοια ότι:
– απαγορεύει στη φορολογική αρχή να αρνείται σε υποκείμενο στον φόρο την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εθνικές διατάξεις ή από το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την ασφάλεια της τροφικής αλυσίδας·
– η μη τήρηση των υποχρεώσεων αυτών μπορεί εντούτοις να αποτελεί ένα στοιχείο, μεταξύ άλλων, δυνάμενο να ληφθεί υπόψη από τη φορολογική αρχή προκειμένου να αποδειχθεί τόσο η ύπαρξη απάτης περί τον ΦΠΑ όσο και η συμμετοχή του υποκειμένου στον φόρο στην εν λόγω απάτη, ακόμη και ελλείψει προηγούμενης απόφασης του διοικητικού οργάνου που είναι αρμόδιο για τη διαπίστωση τέτοιας παράβασης.
5) Το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
έχει την έννοια ότι:
δεν απαγορεύει στο δικαστήριο που επιλαμβάνεται της προσφυγής κατά της απόφασης της φορολογικής αρχής να λάβει υπόψη, ως αποδεικτικό στοιχείο της ύπαρξης απάτης περί τον φόρο προστιθέμενης αξίας ή της συμμετοχής του υποκειμένου στον φόρο στην απάτη αυτή, παράβαση των ως άνω υποχρεώσεων, εφόσον το εν λόγω αποδεικτικό στοιχείο μπορεί να αμφισβητηθεί και να συζητηθεί κατ’ αντιμωλίαν ενώπιον του δικαστηρίου αυτού.
6) Η οδηγία 2006/112 και η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας
έχουν την έννοια ότι:
δεν απαγορεύουν φορολογική πρακτική η οποία, προκειμένου να μη χορηγηθεί στον υποκείμενο στον φόρο το δικαίωμα προς έκπτωση για τον λόγο ότι μετέσχε σε απάτη περί τον φόρο προστιθέμενης αξίας, συνίσταται στο να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος του εντολοδόχου του υποκειμένου στον φόρο γνώριζε τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την απάτη, ανεξαρτήτως των εθνικών διατάξεων που έχουν εφαρμογή στη σύμβαση εντολής και των όρων της σύμβασης εντολής που έχει συναφθεί εν προκειμένω.
✔ Υπόθεση C-98/21
Θέμα : Έκπτωση του φόρου εισροών – Έννοια του “υποκειμένου στον φόρο” – Εταιρία χαρτοφυλακίου – Δαπάνες συνδεόμενες με εισφορά σε είδος από εταίρο προς θυγατρικές – Μη συνυπολογισμός των δαπανών στα γενικά έξοδα – Δραστηριότητες των θυγατρικών σε μεγάλο βαθμό απαλλασσόμενες από τον φόρο
Απόφαση :
Το άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 167 της οδηγίας αυτής,
έχει την έννοια ότι:
εταιρία χαρτοφυλακίου που πραγματοποιεί φορολογητέες πράξεις εκροών υπέρ θυγατρικών δεν δικαιούται να εκπίπτει τον φόρο επί των εισροών για παροχές τις οποίες αποκτά από τρίτους και εισφέρει στις θυγατρικές έναντι απόκτησης συμμετοχής στο συνολικό κέρδος τους, όταν οι παροχές εισροών, πρώτον, δεν έχουν ευθεία και άμεση σχέση με τις πράξεις της εταιρίας χαρτοφυλακίου που πραγματοποιούνται για ίδιο λογαριασμό αλλά με τις (σε μεγάλο βαθμό) απαλλασσόμενες δραστηριότητες των θυγατρικών, δεύτερον, δεν ενσωματώνονται στην τιμή των (παρεχόμενων προς τις θυγατρικές) φορολογητέων πράξεων και, τρίτον, δεν αποτελούν μέρος των γενικών εξόδων της ιδίας οικονομικής δραστηριότητας της εταιρίας χαρτοφυλακίου.
✔ Υπόθεση C-90/20
Θέμα : Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ – Πεδίο εφαρμογής – Πράξεις υποκείμενες στον φόρο – Δραστηριότητες που ασκούνται από εταιρία ιδιωτικού δικαίου – Εκμετάλλευση χώρων στάθμευσης εντός ιδιωτικών εκτάσεων – Τέλη ελέγχου που εισπράττει η εταιρία αυτή σε περίπτωση μη τήρησης από τους οδηγούς των γενικών όρων χρήσης των χώρων στάθμευσης – Χαρακτηρισμός – Οικονομική και εμπορική πραγματικότητα των πράξεων
Απόφαση :
Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι τα τέλη ελέγχου που εισπράττει εταιρία ιδιωτικού δικαίου η οποία εκμεταλλεύεται ιδιωτικούς χώρους στάθμευσης, σε περίπτωση μη τήρησης, εκ μέρους των οδηγών, των γενικών όρων χρήσης των χώρων αυτών, πρέπει να θεωρούνται ως αντιπαροχή για παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται εξ επαχθούς αιτίας, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία υπόκειται ως τέτοια στον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ).
✔ Υπόθεση C‑333/20
Θέμα : Παροχή υπηρεσιών – Τόπος αναφοράς όσον αφορά τη φορολόγηση – Έννοια της “μόνιμης εγκατάστασης” – Εταιρία κράτους μέλους συνδεδεμένη με εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος – Κατάλληλη υποδομή όσον αφορά τους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους – Δυνατότητα λήψης και χρήσης υπηρεσιών για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης – Υπηρεσίες μάρκετινγκ, νομικής διεκπεραίωσης, διαφήμισης και εκπροσώπησης που παρέχονται από συνδεδεμένη εταιρία προς την αποδέκτρια εταιρία
Απόφαση :
Το άρθρο 44 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, και το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 282/2011 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 2006/112, έχουν την έννοια ότι εταιρία εδρεύουσα σε κράτος μέλος δεν διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος επειδή έχει στο άλλο αυτό κράτος θυγατρική η οποία θέτει στη διάθεσή της ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους βάσει συμβάσεων με τις οποίες της παρέχει, κατ’ αποκλειστικότητα, υπηρεσίες μάρκετινγκ, ρύθμισης, διαφήμισης και εκπροσώπησης, οι οποίες ενδέχεται να έχουν άμεση επιρροή στον όγκο των πωλήσεών της.
✔ Υπόθεση C-293/21
Θέμα : Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Εκπτώσεις του ΦΠΑ που καταβάλλεται επί των εισροών – Αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιήθηκαν από τον υποκείμενο στον φόρο για τη δημιουργία επενδυτικών αγαθών – Άρθρα 184 έως 187 – Διακανονισμός των εκπτώσεων – Υποχρέωση διακανονισμού των εκπτώσεων ΦΠΑ σε περίπτωση θέσης του υποκειμένου στον φόρο υπό εκκαθάριση και διαγραφής του από το μητρώο των υποκειμένων στον ΦΠΑ
Απόφαση :
Τα άρθρα 184 έως 187 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας,
έχουν την έννοια ότι:
ο υποκείμενος στον φόρο υπέχει την υποχρέωση να προβεί σε διακανονισμό των εκπτώσεων του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) που καταβλήθηκε επί των εισροών για την απόκτηση αγαθών ή υπηρεσιών προοριζόμενων για την παραγωγή επενδυτικών αγαθών σε περίπτωση κατά την οποία, λόγω της απόφασης του ιδιοκτήτη ή του μοναδικού μετόχου του υποκειμένου στον φόρο να τον θέσει υπό εκκαθάριση καθώς και λόγω της αίτησης και της επίτευξης της διαγραφής του υποκειμένου στον φόρο από το μητρώο των υποκειμένων στον ΦΠΑ, τα δημιουργηθέντα επενδυτικά αγαθά δεν χρησιμοποιήθηκαν και δεν πρόκειται ποτέ να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο φορολογούμενων οικονομικών δραστηριοτήτων. Οι λόγοι οι οποίοι δικαιολογούν την απόφαση να τεθεί ο υποκείμενος στον φόρο υπό εκκαθάριση και, ως εκ τούτου, να εγκαταλειφθεί η σκοπούμενη οικονομική δραστηριότητα που υπόκειται στον φόρο, όπως είναι οι διαρκώς αυξανόμενες ζημίες, η έλλειψη παραγγελιών και οι αμφιβολίες του μετόχου του υποκειμένου στον φόρο όσον αφορά την αποδοτικότητα της σκοπούμενης οικονομικής δραστηριότητας, δεν επηρεάζουν την υποχρέωση του υποκειμένου στον φόρο να προβεί σε διακανονισμό των επίμαχων εκπτώσεων ΦΠΑ, εφόσον ο υποκείμενος στον φόρο δεν έχει πλέον, και μάλιστα οριστικώς, την πρόθεση να χρησιμοποιήσει τα εν λόγω επενδυτικά αγαθά για φορολογούμενες πράξεις.
Πηγή: Taxheaven