Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, είναι σύστημα διαχείρισης και κατανομής του συνολικού εργάσιμου χρόνου, κατά τέτοιον τρόπο ώστε σε ορισμένες χρονικές περιόδους να παρέχεται εργασία και πέραν των νομίμων χρονικών ορίων, ενώ σε άλλες περιόδους να γίνεται αντίστοιχη μείωση των ωρών απασχόλησης, με καταβολή της ίδιας αμοιβής. Ουσιαστικά, δεν συνιστά τρόπο αύξησης του χρόνου εργασίας, αλλά μέσο συμψηφισμού αυξημένων ωρών απασχόλησης μίας περιόδου, με τις λιγότερες ώρες μίας άλλης περιόδου.
Ο χρόνος εργασίας υπολογίζεται σε ετήσια ή εξάμηνη βάση και κατανέμεται κατά χρονικές περιόδους (περιόδους αναφοράς) είτε υπερβαίνοντας, είτε όχι το συμβατικό ημερήσιο εβδομαδιαίο ωράριο. Οι διαφοροποιήσεις αυτές ως προς το ωράριο, μεταβάλλουν τον χρόνο της ημερήσιας και εβδομαδιαίας εργασίας, διατηρώντας ωστόσο τον ίδιο αριθμό ωρών ετήσιας ή εξαμηνιαίας απασχόλησης και το ίδιο επίπεδο αμοιβών.
Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο ρυθμίζεται με τις διατάξεις του αρθ. 41 του Ν.1892/1990, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί και ισχύει, και προβλέπει διττό σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, σε εξάμηνη ή δωδεκάμηνη περίοδο αναφοράς.
Σύστημα Διευθέτησης του Χρόνου Εργασίας σε Εξάμηνη Βάση
Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται η δυνατότητα απασχόλησης του εργαζομένου επιπλέον των οκτώ (8) ωρών και μέχρι δύο (2) ώρες ημερησίως (έως δέκα ώρες την ημέρα) για μία χρονική περίοδο (περίοδος αυξημένης απασχόλησης). Περαιτέρω, για μία άλλη χρονική περίοδο (περίοδος μειωμένης απασχόλησης), ο εργαζόμενος θα πρέπει να απασχολείται λιγότερες ώρες από το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριό του ή να λαμβάνει περισσότερες ημέρες ανάπαυσης (ρεπό) ή μπορεί να εφαρμόζεται συνδυασμός μειωμένης απασχόλησης και χορήγησης περισσότερων ημερών ανάπαυσης.
Η περίοδος αναφοράς, δηλαδή το σύνολο των χρονικών διαστημάτων αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δε θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών (περίοδος αναφοράς).
Κατά τη διευθέτηση σε εξάμηνη βάση ο μέσος όρος των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο του εξαμήνου παραμένει στις σαράντα (40) ώρες ή αν εφαρμόζεται μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον αριθμό ωρών του μικρότερου αυτού ωραρίου (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ώρες της υπερεργασίας και των νόμιμων υπερωριών που τυχόν θα πραγματοποιηθούν κατά την περίοδο μειωμένης απασχόλησης).
Οι ώρες εβδομαδιαίας εργασίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις σαράντα οκτώ (48), κατά μέσο όρο, σε περίοδο έξι (6) μηνών, συμπεριλαμβανομένων των ωρών υπερεργασίας ή νόμιμης υπερωρίας που τυχον θα πραγματοποιηθούν κατά την περίοδο μειωμένης απασχόλησης.
Η διάταξη του άρθρου 55, παρ. 2 του Ν.4808/2021 προβλέπει ένα νέο σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας, το οποίο αποτελεί πλήρη απασχόληση. Συγκεκριμένα, στα πλαίσια της διευθέτησης του χρόνου εργασίας και σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις υιοθέτησής της, παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής συστήματος 4ήμερης πλήρους απασχόλησης διάρκειας σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως και δέκα (10) ωρών ημερησίως.
Το συγκεκριμένο σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας μπορεί να εφαρμόζεται είτε σε μία χρονική περίοδο αναφοράς έξι (6) μηνών, εντός ενός ημερολογιακού έτους, είτε σε μια χρονική περίοδο αναφοράς ενός (1) ημερολογιακού έτους.
Κατά την εφαρμογή του συστήματος αυτού δεν είναι επιτρεπτή η απασχόληση πέραν των δέκα (10) ωρών ημερησίως και των σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως που κατανέμεται σε 4ήμερη βάση (Εγκ. 64597/03-09-2021).
Σύστημα Διευθέτησης του Χρόνου Εργασίας σε Ετήσια Βάση
Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, προβλέπεται ότι μέχρι διακόσιες πενήντα έξι (256) ώρες από τον ετήσιο συνολικό χρόνο απασχόλησης μπορούν να κατανεμηθούν και να προσαυξήσουν τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο απασχόλησης μιας περιόδου του ημερολογιακού έτους η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα δύο (32) εβδομάδες (περίοδος αυξημένης απασχόλησης). Ακολούθως, για το υπόλοιπο διάστημα του ίδιου ημερολογιακού έτους (περίοδος μειωμένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος θα πρέπει να απασχολείται λιγότερες ώρες από το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριό του ή να λαμβάνει περισσότερες ημέρες ανάπαυσης (ρεπό) ή ανάλογη προσαύξηση των ημερών της ετήσιας άδειας του ή συνδυασμό μειωμένων ωρών και ημερών ανάπαυσης ή ημερών αδείας.
Κατά τη διευθέτηση σε ετήσια βάση ο μέσος όρος των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο ενός ημερολογιακού έτους (περίοδος αναφοράς), στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ώρες της υπερεργασίας και των νομίμων υπερωριών που τυχόν θα πραγματοποιηθούν κατά την περίοδο της μειωμένης απασχόλησης, παραμένει στις σαράντα (40) ώρες ή αν εφαρμόζεται μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον αριθμό ωρών του μικρότερου αυτού ωραρίου. Σε περίπτωση που συνυπολογιστούν οι τυχόν πραγματοποιηθείσες ώρες υπερεργασίας και νομίμης υπερωρίας, ο ανωτέρω μέσος όρος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ (48) ώρες εβδομαδιαίως.
Η διάταξη του άρθρου 55, παρ. 2 του Ν.4808/2021 προβλέπει ένα νέο σύστημα οργάνωσης του χρόνου εργασίας, το οποίο αποτελεί πλήρη απασχόληση. Συγκεκριμένα, στα πλαίσια της διευθέτησης του χρόνου εργασίας και σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις υιοθέτησής της, παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής συστήματος 4ήμερης πλήρους απασχόλησης διάρκειας σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως και δέκα (10) ωρών ημερησίως.
Το συγκεκριμένο σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας μπορεί να εφαρμόζεται είτε σε μία χρονική περίοδο αναφοράς έξι (6) μηνών, εντός ενός ημερολογιακού έτους, είτε σε μια χρονική περίοδο αναφοράς ενός (1) ημερολογιακού έτους.
Κατά την εφαρμογή του εν λόγω συστήματος δεν είναι επιτρεπτή η απασχόληση πέραν των δέκα (10) ωρών ημερησίως και των σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως που κατανέμεται σε 4ήμερη βάση (Εγκ. 64597/03-09-2021).
Υιοθέτηση του Συστήματος Διευθέτησης του Χρόνου Εργασίας
Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας καθορίζεται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με συμφωνία του εργοδότη με συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση που αφορά τα μέλη της ή με συμφωνία του εργοδότη με το συμβούλιο εργαζομένων ή με συμφωνία του εργοδότη με ένωση προσώπων.
Εάν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης και του εργοδότη, μπορεί, κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου να εφαρμοστεί το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, μετά από έγγραφη συμφωνία των μερών (αρθ. 59, Ν.4808/2021, Εγκ. 64597/03-09-2021).
Περαιτέρω, προβλέπεται η δυνατότητα με επιχειρησιακές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας να καθορίζεται άλλο σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κλάδου ή της επιχείρησης.
Αμοιβή κατά την Περίοδο Εφαρμογής της Διευθέτησης του Χρόνου Εργασίας
Η καταβαλλόμενη αμοιβή κατά το χρονικό διάστημα της διευθέτησης και στα δύο συστήματα (εξάμηνη ή ετήσια βάση), είναι ίση με την αμοιβή για εργασία σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως εφόσον στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο σαράντα (40) ωρών.
Αν στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο μικρότερο των σαράντα (40) ωρών, η καταβαλλόμενη αμοιβή είναι ίση με την αμοιβή που προβλέπεται για το εβδομαδιαίο αυτό ωράριο.
Κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης το ημερήσιο ωράριο του εργαζομένου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις δέκα (10) ώρες. Οι υπερβάσεις του νόμιμου ημερήσιου ωραρίου μέχρι το ανώτατο όριο των δέκα (10) ωρών, καθώς και οι υπερβάσεις των σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως δεν θεωρούνται ως υπερεργασία ή υπερωριακή απασχόληση.
Κατά την περίοδο της μειωμένης απασχόλησης, η υπέρβαση του συμφωνηθέντος μειωμένου εβδομαδιαίου ωραρίου επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση. Σ’αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αμοιβής υπερεργασίας και υπερωριακής απασχόλησης (αρθ. 74, Ν.3863/2010).
Προστατευτικές Ρυθμίσεις για τους Εργαζόμενους
Κατά την εφαρμογή της διευθέτησης και στα δύο συστήματα, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον εργασίας κατά την περίοδο αυξημένης απασχόλησης, εφόσον δεν μπορεί να την εκτελέσει και η άρνηση του αυτή δεν αντίκειται στην καλή πίστη. Η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
Επιπλέον, απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας για το λόγο ότι ο εργαζόμενος δεν υπέβαλε αίτημα για διευθέτηση του χρόνου εργασίας (αρθ. 59, Ν.4808/2021).
Όλες οι προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής ανάπαυσης (ημερήσια και εβδομαδιαία) των εργαζομένων θα πρέπει να τηρούνται και κατά την περίοδο αυξημένης απασχόλησης.
Τέλος, αν για οποιοδήποτε λόγο και ιδίως εξαιτίας παραίτησης ή απόλυσης του εργαζομένου, δεν εφαρμόζεται ή δεν ολοκληρώνεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, έχουν πλήρη εφαρμογή όλες οι προστατευτικές διατάξεις που καθορίζουν τις συνέπειες της υπέρβασης του ημερήσιου και εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας.
Περαιτέρω, στην περίπτωση που εφαρμόζεται σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας με ατομική συμφωνία και λυθεί η σύμβαση εργασίας του εργαζόμενου με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. καταγγελία της σύμβασης ή οικιοθελής αποχώρηση του εργαζόμενου) πριν την έναρξη της περιόδου μειωμένης απασχόλησης, ο εργαζόμενος δικαιούται, κατά τη λύση της σύμβασης, να λάβει αποζημίωση για τις επιπλέον ώρες που απασχολήθηκε κατά την περίοδο αυξημένης απασχόλησης, δηλ. αμοιβή για υπερεργασία και υπερωρία (αρθ. 59, Ν.4808/2021, Εγκ. 64597/03-09-2021).
Όλες οι ρυθμίσεις που αφορούν το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας εφαρμόζονται και για τις εποχιακές επιχειρήσεις καθώς και για εργαζομένους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης του έτους.