Πώς προσδιορίζονται οι ‘εύλογες δαπάνες διαβίωσης’
Ένας νέος οδηγός για τους “κόκκινους” δανειολήπτες ολοκληρώθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης. Ο “Προσδιορισμός εύλογων δαπανών διαβίωσης” όπως αναφέρεται στο φυλλάδιο, έχει στόχο να βοηθήσει τα πιστωτικά ιδρύματα και τους δανειολήπτες, να καταλήγουν σε κοινά αποδεκτές και βιώσιμες λύσεις ως προς την εξυπηρέτηση των δανείων.
Στο πλαίσιο αυτό, υπολογίστηκαν οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης σε αντιπροσωπευτικές κατηγορίες ελληνικών νοικοκυριών. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα έξοδα διατροφής, στέγασης, μόρφωσης, ένδυσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, θέρμανσης, μεταφοράς, επικοινωνίας κτλ.
Το μηνιαίο σύνολο των δαπανών αυτών θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, ώστε να αξιολογείται η δυνατότητα κάθε οφειλέτη να εξυπηρετεί τις δανειακές του υποχρεώσεις, με βάση το εισόδημά του και αφού καλύψει τις ανάγκες διαβίωσής του.
Η μεθοδολογία
Τα αγαθά και οι υπηρεσίες που καταναλώνουν τα νοικοκυριά ταξινομούνται σε ομάδες, ανάλογα με το πόσο απαραίτητα είναι για τη διαβίωση. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται ειδική διεθνής κλίμακα ταξινόμησης (COICOP).
Οι ομάδες αυτές είναι:
– 1η ομάδα: αφορά τις πιο βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού, οι οποίες περιλαμβάνεται η διατροφή, η ένδυση και υπόδηση, τα λειτουργικά έξοδα κατοικίας, η μετακίνηση, η επισκευή και συντήρηση επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, τα είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας, η ενημέρωση και μόρφωση, οι υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, τα είδη και οι υπηρεσίες υγείας, οι υπηρεσίες εκπαίδευσης, οι υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας και οι οικονομικές υπηρεσίες.
– 2η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες εστίασης
– 3η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον διαρκή αγαθά και συσκευές
– 4η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες για κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και καπνού, αεροπορικές μετακινήσεις, τουριστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού και αθλητισμού.
Με βάση την ανωτέρω κατασκευή του «καλαθιού» των δαπανών εκτιμήθηκε το ύψος των εύλογων δαπανών διαβίωσης με βάση τη σύνθεση του κάθε νοικοκυριού.
Τα ποσά των εύλογων δαπανών διαβίωσης είναι καθαρά μετά την αφαίρεση των φόρων (όπως προκύπτουν στο εκκαθαριστικό σημείωμα της εφορίας) και αφού αφαιρεθεί η δόση του δανείου για τους δανειολήπτες και το ποσό του ενοικίου για τους ενοικιαστές.
Ο προσδιορισμός των εύλογων δαπανών διαβίωσης λαμβάνει υπόψη τη σύνθεση και τις ανάγκες κάθε νοικοκυριού.
Το σημαντικότερο σημείο είναι ότι οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης προσαυξάνονται σημαντικά για τις οικογένειες με παιδιά ή εξαρτώμενα μέλη, που αποτελούν και την πλειονότητα των δανειοληπτών.
Επίσης, προσαυξάνονται σε περιπτώσεις νοικοκυριών όπου υπάρχουν ιδιάζουσες συνθήκες: π.χ. μέλη που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες, φυσικές ή διανοητικές αναπηρίες και προβλήματα υγείας που απαιτούν ιδιαίτερη θεραπεία.
Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης αναφέρονται στα έξοδα που κάνει ένα νοικοκυριό πέραν αυτών που απαιτούνται για την εξασφάλιση κατοικίας. Συνεπώς, το ποσό του ενοικίου για την εξασφάλιση πρώτης κατοικίας, προστίθεται ξεχωριστά στα οικονομικά στοιχεία που δηλώνει ο δανειολήπτης.
Κάθε νοικοκυριό αντιμετωπίζεται ως μια ξεχωριστή περίπτωση με διαφορετικές ανάγκες. Γι’ αυτό και ο προσδιορισμός των εύλογων δαπανών, θα γίνεται σε εξατομικευμένη βάση, με χρήση ειδικών συντελεστών στάθμισης ανάλογα με τη σύνθεση του νοικοκυριού.
Πώς λειτουργεί στην πράξη
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών που βρίσκεται υπό διαβούλευση, το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης του οφειλέτη, κατά την αξιολόγηση της δυνατότητας αποπληρωμής.
Συγκεκριμένα, η τράπεζα θα πρέπει να παρέχει Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης, στην οποία ο οφειλέτης θα δηλώνει στοιχεία για τις δαπάνες διαβίωσης του νοικοκυριού, τα οποία θα συσχετίζονται με τις προσδιορισμένες εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Οι πληροφορίες αυτές θα αξιοποιούνται, σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία, ώστε να αξιολογηθεί:
– Η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη
– το συνολικό ύψος και η φύση των χρεών του δανειολήπτη,
– η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη
– το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του δανειολήπτη και,
– η προβλεπόμενη και αναμενόμενη ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
Μετά από αυτή την αξιολόγηση, η τράπεζα θα είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει σε ρύθμιση η οποία θα είναι προσαρμοσμένη στο προφίλ του οφειλέτη, ώστε να συνεχίσει να εξυπηρετεί το δάνειό του.
Σε κάθε περίπτωση, εφόσον ο οφειλέτης δεν μπορεί να εξυπηρετήσει την παρεχόμενη ρύθμιση διατηρεί το δικαίωμα προσφυγής του στο ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε από το ν. 4161/2013, όπου δικαστικά θα προσδιοριστεί η διευθέτηση της οφειλής.
Πηγή: CAPITAL.GR